Γιώργος Σιακαντάρης*
Η κυρίαρχη αφήγηση σήμερα
στην Ευρώπη υποστηρίζει ότι έχουν πεθάνει οι μεγάλες αφηγήσεις, τα
μεγάλα οράματα και το μόνο που απομένει είναι η εφαρμογή των απαιτήσεων
της ελεύθερης αγοράς. Πίσω απ’ αυτή την κοινοτοπία του τέλους των
αφηγήσεων κρύβεται η νεοφιλελεύθερη αφήγηση του τέλους της πολιτικής.
Αυτή η αφήγηση υποστηρίζει ότι σήμερα ...
λόγω της Παγκοσμιοποίησης δεν είναι δυνατόν να επιστρέψουμε στο κλασικό μοντέλο της μεταπολεμικής χρυσής εικοσιπενταετίας (1945-1970) της Σοσιαλδημοκρατίας. Οι νέες τεχνολογίες, η κινητικότητα του κεφαλαίου ( μάλλον η ασύδοτη κυκλοφορία του), η μείωση του ρόλου του εθνικού κράτους, η ένταση του διεθνούς ανταγωνισμού έχουν επιφέρει βαρύ κτύπημα στο στηριζόμενο στην υψηλή φορολογία γενναιόδωρο κράτος πρόνοιας. Σ’ αυτά κάποιοι προσθέτουν τη μετανάστευση, τη μείωση του ειδικού βάρους της εργατικής τάξης, ακόμη και την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης για να ισχυριστούν ότι οι κοινωνίες θα πέσουν σε μαρασμό αν δεν φορέσουν τον κατά Μίλτον Φρίντμαν «χρυσό ζουρλομανδύα» του νεοφιλελευθερισμού ή όπως τον αποκαλούν στη Γερμανία του ορθο-φιλελευθερισμού. Στην παγκοσμιοποίηση, πάλι σύμφωνα με τα γραπτά του Φρίντμαν, «συνήθως συμβαίνουν δυο πράγματα: η οικονομία σου αναπτύσσεται και η πολιτική σου συρρικνώνεται». Το τέλος της ιστορίας εμφανίζεται ως το τέλος της πολιτικής.
Σ’ αυτήν την κυρίαρχη αφήγηση για την ήττα της πολιτικής έχει προσχωρήσει και μεγάλο τμήμα της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας ή Κεντροαριστεράς και στα καθ’ ημάς ο «ενδιάμεσος πόλος» ή η Ελιά- ΠΑΣΟΚ. Απτή απεικόνιση αυτής της θέσης είναι ότι θεωρητικώς αποτυπώθηκε στην αρχική διακήρυξη των 58. Εκεί ενσωματώθηκε το κυρίαρχο ιδεολόγημα που θέλει την πολιτική θεραπαινίδα της οικονομίας. Βεβαίως ως μειοψηφική άποψη υπάρχει και η αφήγηση των ρευμάτων και κομμάτων της ευρωπαϊκής ριζοσπαστικής Αριστεράς σύμφωνα με τα οποία η πολιτική κάνει μόνη της παιγνίδι, χωρίς να υπολογίζει την οικονομία και τις ανάγκες δημοσιονομικής πειθαρχίας.
Δεν ήσαν όμως τα πράγματα πάντα έτσι. Μετά την κρίση του 1929 σε ΗΠΑ και Ευρώπη έγινε αντιληπτό ότι η ιδεολογία που έβαζε ως προτεραιότητα την ανάγκη διατήρησης ισορροπημένου ισοζυγίου περιόριζε την αυτονομία του κράτους, αλλά και οδηγούσε σε ηθικά και κοινωνικά ανεύθυνες συμπεριφορές διαλύοντας τους συνεκτικούς κοινωνικούς ιστούς. Τότε άλλαξε το παράδειγμα προς την άποψη που ήθελε τα κράτη να έχουν ως προτεραιότητα τους την αποφυγή της μεγάλης ανεργίας και των ανισοτήτων και όχι τη βραχυπρόθεσμη προστασία του ισοζυγίου πληρωμών της. Κυρίαρχο δόγμα έγινε η άποψη που ήθελε το ισοζύγιο πληρωμών να εντάσσεται στους στόχους της εθνικής και της κοινωνικής πολιτικής. Η αύξηση της ζήτησης και όχι η ανταγωνιστικότητα έγινε ο κοινός τόπος. Με άλλα λόγια κυρίαρχο δόγμα έγινε ο υπερκαθορισμός της οικονομίας από την πολιτική.
Μα γίνεται κάτι τέτοιο σήμερα; Και φυσικά γίνεται, αν οι δυνάμεις της Σοσιαλδημοκρατίας στην Ευρώπη σταματήσουν να κρύβονται πίσω από τη σκιά των ιδεών τους και θέσουν επιτακτικά το αίτημα της μετατροπής της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ομοσπονδιακό κράτος. Αλλά για να φθάσουν ως εκεί χρειάζεται να το κάνουν όπως ο Ομπάμα. Αυτός με τη λελογισμένη κοπή χρήματος δείχνει το δρόμο στην Ευρώπη προς το ευρωομόλογο και την αμοιβαιοποίηση των χρεών. Ο γνώμονας μιας άλλης προοδευτικής πολιτικής θα είναι η συμμόρφωση με εκείνα τα δημοσιονομικά κριτήρια τα οποία δεν θα περιορίζουν τις δημόσιες επενδύσεις που δημιουργούν θέσεις εργασίας. Αυτό σημαίνει εξαίρεση των δημόσιων επενδύσεων από την καταγραφή τους στις δαπάνες των προϋπολογισμών. Παράλογο; Ναι αν σκεφτόμαστε με τους όρους της κυριαρχίας του νεοφιλελευθερισμού, αυτονόητο όμως αν δούμε τι έκανε ο καπιταλιστικός κόσμος σε περιόδους κρίσης και ύφεσης για να διασωθεί πρωτίστως ο ίδιος.
Όλα αυτά όμως σημαίνουν ένα μόνο πράγμα ότι ο τρίτος πόλος σ’ Ελλάδα και Ευρώπη θα υπάρξει αν είναι προοδευτικός και για να είναι προοδευτικός πρέπει να είναι σε θέση να επαναφέρει στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης το πρωτείο της πολιτικής και της δημοκρατίας έναντι των λειτουργιών της αγοράς, τις οποίες θα σέβεται αλλά δεν θα φοβάται.
Δυστυχώς μέχρι σήμερα η ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία δείχνει να φοβάται τις ιδέες της. Παλαιά ο Έριχ Φρόμ είδε την άνοδο του φασισμού στον φόβο μπροστά στην ελευθερία, σήμερα η άνοδος των αντιδημοκρατικών και εθνικιστικών κινημάτων οφείλεται στον φόβο των σοσιαλδημοκρατών να υποστηρίξουν τις ιδέες τους σε εθνικό και παγκοσμιοποιημένο πλαίσιο.
Στα καθ’ ημάς, η ΔΗΜΑΡ οφείλει να συγκεκριμενοποιήσει το σύνθημα της για την ανάγκη δημιουργίας του προοδευτικού τρίτου πόλου σε συγκεκριμένα μέτρα που θα προωθούν την προτεραιότητα της πολιτικής και της δημοκρατίας. Αυτό το κόμμα καλείται να μετατρέψει το όραμα σε πολιτική για να μπορέσει η πολιτική να αποκτήσει το όραμά της. Ένα όραμα που δεν είναι άλλο από τη συνεχή πάλη για τη μείωση των ανισοτήτων.
Για να το κάνει αυτό η ΔΗΜΑΡ πρέπει και η ίδια να ανακαλύψει εκ νέου τη μαγεία της επανα-ιδεολογικοποίησης του πολιτικού λόγου. Χρειάζεται αμέσως μετά τις εκλογές να διαμορφώσει ομάδες εργασίας αποτελούμενες από μέλη, φίλους και προσκείμενους στην προοδευτική έκφραση της Σοσιαλδημοκρατίας και οι οποίες θα διαμορφώσουν το Κοινό Πρόγραμμα της Επιστροφής της Πολιτικής. Χρειάζεται όμως πριν οι πολίτες σ’ αυτές τις ευρωεκλογές να της δώσουν την απαραίτητη δύναμη. Είμαι πάντα με την αισιοδοξία της βούλησης, όσο και να με κατατρέχει η απαισιοδοξία της γνώσης.
λόγω της Παγκοσμιοποίησης δεν είναι δυνατόν να επιστρέψουμε στο κλασικό μοντέλο της μεταπολεμικής χρυσής εικοσιπενταετίας (1945-1970) της Σοσιαλδημοκρατίας. Οι νέες τεχνολογίες, η κινητικότητα του κεφαλαίου ( μάλλον η ασύδοτη κυκλοφορία του), η μείωση του ρόλου του εθνικού κράτους, η ένταση του διεθνούς ανταγωνισμού έχουν επιφέρει βαρύ κτύπημα στο στηριζόμενο στην υψηλή φορολογία γενναιόδωρο κράτος πρόνοιας. Σ’ αυτά κάποιοι προσθέτουν τη μετανάστευση, τη μείωση του ειδικού βάρους της εργατικής τάξης, ακόμη και την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης για να ισχυριστούν ότι οι κοινωνίες θα πέσουν σε μαρασμό αν δεν φορέσουν τον κατά Μίλτον Φρίντμαν «χρυσό ζουρλομανδύα» του νεοφιλελευθερισμού ή όπως τον αποκαλούν στη Γερμανία του ορθο-φιλελευθερισμού. Στην παγκοσμιοποίηση, πάλι σύμφωνα με τα γραπτά του Φρίντμαν, «συνήθως συμβαίνουν δυο πράγματα: η οικονομία σου αναπτύσσεται και η πολιτική σου συρρικνώνεται». Το τέλος της ιστορίας εμφανίζεται ως το τέλος της πολιτικής.
Σ’ αυτήν την κυρίαρχη αφήγηση για την ήττα της πολιτικής έχει προσχωρήσει και μεγάλο τμήμα της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας ή Κεντροαριστεράς και στα καθ’ ημάς ο «ενδιάμεσος πόλος» ή η Ελιά- ΠΑΣΟΚ. Απτή απεικόνιση αυτής της θέσης είναι ότι θεωρητικώς αποτυπώθηκε στην αρχική διακήρυξη των 58. Εκεί ενσωματώθηκε το κυρίαρχο ιδεολόγημα που θέλει την πολιτική θεραπαινίδα της οικονομίας. Βεβαίως ως μειοψηφική άποψη υπάρχει και η αφήγηση των ρευμάτων και κομμάτων της ευρωπαϊκής ριζοσπαστικής Αριστεράς σύμφωνα με τα οποία η πολιτική κάνει μόνη της παιγνίδι, χωρίς να υπολογίζει την οικονομία και τις ανάγκες δημοσιονομικής πειθαρχίας.
Δεν ήσαν όμως τα πράγματα πάντα έτσι. Μετά την κρίση του 1929 σε ΗΠΑ και Ευρώπη έγινε αντιληπτό ότι η ιδεολογία που έβαζε ως προτεραιότητα την ανάγκη διατήρησης ισορροπημένου ισοζυγίου περιόριζε την αυτονομία του κράτους, αλλά και οδηγούσε σε ηθικά και κοινωνικά ανεύθυνες συμπεριφορές διαλύοντας τους συνεκτικούς κοινωνικούς ιστούς. Τότε άλλαξε το παράδειγμα προς την άποψη που ήθελε τα κράτη να έχουν ως προτεραιότητα τους την αποφυγή της μεγάλης ανεργίας και των ανισοτήτων και όχι τη βραχυπρόθεσμη προστασία του ισοζυγίου πληρωμών της. Κυρίαρχο δόγμα έγινε η άποψη που ήθελε το ισοζύγιο πληρωμών να εντάσσεται στους στόχους της εθνικής και της κοινωνικής πολιτικής. Η αύξηση της ζήτησης και όχι η ανταγωνιστικότητα έγινε ο κοινός τόπος. Με άλλα λόγια κυρίαρχο δόγμα έγινε ο υπερκαθορισμός της οικονομίας από την πολιτική.
Μα γίνεται κάτι τέτοιο σήμερα; Και φυσικά γίνεται, αν οι δυνάμεις της Σοσιαλδημοκρατίας στην Ευρώπη σταματήσουν να κρύβονται πίσω από τη σκιά των ιδεών τους και θέσουν επιτακτικά το αίτημα της μετατροπής της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ομοσπονδιακό κράτος. Αλλά για να φθάσουν ως εκεί χρειάζεται να το κάνουν όπως ο Ομπάμα. Αυτός με τη λελογισμένη κοπή χρήματος δείχνει το δρόμο στην Ευρώπη προς το ευρωομόλογο και την αμοιβαιοποίηση των χρεών. Ο γνώμονας μιας άλλης προοδευτικής πολιτικής θα είναι η συμμόρφωση με εκείνα τα δημοσιονομικά κριτήρια τα οποία δεν θα περιορίζουν τις δημόσιες επενδύσεις που δημιουργούν θέσεις εργασίας. Αυτό σημαίνει εξαίρεση των δημόσιων επενδύσεων από την καταγραφή τους στις δαπάνες των προϋπολογισμών. Παράλογο; Ναι αν σκεφτόμαστε με τους όρους της κυριαρχίας του νεοφιλελευθερισμού, αυτονόητο όμως αν δούμε τι έκανε ο καπιταλιστικός κόσμος σε περιόδους κρίσης και ύφεσης για να διασωθεί πρωτίστως ο ίδιος.
Όλα αυτά όμως σημαίνουν ένα μόνο πράγμα ότι ο τρίτος πόλος σ’ Ελλάδα και Ευρώπη θα υπάρξει αν είναι προοδευτικός και για να είναι προοδευτικός πρέπει να είναι σε θέση να επαναφέρει στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης το πρωτείο της πολιτικής και της δημοκρατίας έναντι των λειτουργιών της αγοράς, τις οποίες θα σέβεται αλλά δεν θα φοβάται.
Δυστυχώς μέχρι σήμερα η ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία δείχνει να φοβάται τις ιδέες της. Παλαιά ο Έριχ Φρόμ είδε την άνοδο του φασισμού στον φόβο μπροστά στην ελευθερία, σήμερα η άνοδος των αντιδημοκρατικών και εθνικιστικών κινημάτων οφείλεται στον φόβο των σοσιαλδημοκρατών να υποστηρίξουν τις ιδέες τους σε εθνικό και παγκοσμιοποιημένο πλαίσιο.
Στα καθ’ ημάς, η ΔΗΜΑΡ οφείλει να συγκεκριμενοποιήσει το σύνθημα της για την ανάγκη δημιουργίας του προοδευτικού τρίτου πόλου σε συγκεκριμένα μέτρα που θα προωθούν την προτεραιότητα της πολιτικής και της δημοκρατίας. Αυτό το κόμμα καλείται να μετατρέψει το όραμα σε πολιτική για να μπορέσει η πολιτική να αποκτήσει το όραμά της. Ένα όραμα που δεν είναι άλλο από τη συνεχή πάλη για τη μείωση των ανισοτήτων.
Για να το κάνει αυτό η ΔΗΜΑΡ πρέπει και η ίδια να ανακαλύψει εκ νέου τη μαγεία της επανα-ιδεολογικοποίησης του πολιτικού λόγου. Χρειάζεται αμέσως μετά τις εκλογές να διαμορφώσει ομάδες εργασίας αποτελούμενες από μέλη, φίλους και προσκείμενους στην προοδευτική έκφραση της Σοσιαλδημοκρατίας και οι οποίες θα διαμορφώσουν το Κοινό Πρόγραμμα της Επιστροφής της Πολιτικής. Χρειάζεται όμως πριν οι πολίτες σ’ αυτές τις ευρωεκλογές να της δώσουν την απαραίτητη δύναμη. Είμαι πάντα με την αισιοδοξία της βούλησης, όσο και να με κατατρέχει η απαισιοδοξία της γνώσης.
*Ο Γιώργος Σιακαντάρης είναι κοινωνιολόγος, συγγραφέας, μέλος της συντακτικής επιτροπής της Μεταρρύθμισης
Πηγή:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου